Τρίτη 20 Μαρτίου 2012

sweet home

Την περασμένη Παρασκευή ξύπνησα ως συνήθως μες τα νεύρα. Πάντα ξυπνάω με νεύρα όταν κοιμάμαι λιγότερο από 8 ώρες και ειδικά αν το βράδυ έχω φάει τον άμπακο. Αυτή την Παρασκευή ξύπνησα στο όγδοο από τα 10 απανωτά ξυπνητήρια που είχα βάλει, γιατί έπρεπε να περάσω το Σ-Κ στο πατρικό μου. φυσικά ξύπνησα αργά, άδειασα όλη την ντουλάπα για να δω τι θα πάρω μαζί μου, έφαγα άλλη μισή ώρα ψάχνοντας το σακ βουαγιάζ μου το οποίο έχει χαλάσει από πέρσι και κάπως έτσι κατέληξα με μια τεράστια βαλίτσα που μέσα είχε 2 τζιν,3 μπλούζες, εσώρουχα και μία ζακέτα. Ντόπαρα το σκυλί μου με εμετοστόπ και μπήκα στο λεωφορείο.
Ειλικρινά είχα πολύ καιρό να ταξιδέψω με ΚΤΕΛ και είχα ξεχάσει τι φρούτα κυκλοφορούν εκεί πέρα. Κλασικά, στο λεωφορείο υπήρχαν δύο συντοπίτισσες γιαγιάδες που δεν έβγαλαν το σκασμό σε όλο το ταξίδι.. έμαθα όλα τα κουτσομπολιά του χωριού τους, για την Γιώργαινα που άρχισε να το χάνει, για το μεγάλο γιο της κυρα-Κατίνας που παντρεύτηκε μια παστρικιά που φοράει αυτά τα μίνια και κολάζει, για το εγγόνι της Μήτσαινας που έμπλεξε με ναρκωτικά γιατί δουλεύει σε κλαμπ στην Αθήνα και άλλα τέτοια χαριτωμένα μικροαστικά κουτσομπολιά. Φυσικά πέρα από αυτές, υπήρχε ο κλασικός μέταλ- άλουστος – μου τη δίνουνε οι τρέντι φοιτητής που συνήθως ξέρει και ακούει ένα μόνο συγκρότημα μέταλ, κοπανιέται ρυθμικά σε όλη τη διαδρομή και φυσικά φοράει από την Γ λυκείου την ίδια μπλούζα με στάμπα γνωστού μέταλ συγκροτήματος. τις μέρες που την πλένει συνήθως δεν βγαίνει από το σπίτι γιατί δεν δέχεται να φορέσει τίποτα λιγότερο από τους θεούς που ακούει. Συνήθως θα ζέχνει και θα κάθεται πολύ μακριά από το χοντρό κύριο που πάντα υπάρχει και ζέχνει επίσης για να βρωμάει όλο το λεωφορείο και εμείς οι υπόλοιποι να μην μπορούμε να ανασάνουμε. Ο οδηγός ως κλασικός Θεσσαλός, μας έβαλε κλαρίνα από το πρώτο τέταρτο του ταξιδιού και φυσικά τον Ζήκο που βλέπω 8 φορές το χρόνο που ταξιδεύω για εκεί. Φυσικά υπήρχε ο κλασικός φαντάρος που καταριόταν τη ζωή του και τη μαμά πατρίδα, αλλά και η γκόμενα φρόκαλο με το σοβά στη μούρη και το περίγραμμα έξω από τα χείλη να τσακώνεται στο κινητό και να ακούμε όλοι.

Για να μην τα πολυλογώ, ο εφιάλτης κράτησε 5 ώρες και κάπου κοντά στο βραδάκι ήμουν στο πατρικό μου. αφού είδα τους γονείς μου και τσακωθήκαμε όπως πάντα για κανα μισάωρο, έφαγα τον άμπακο και έβαλα το σκυλί μου για ύπνο το οποίο από το χάπι είχε αδρανήσει και στεκόταν όρθιο και ακίνητο, σαν άγαλμα ένα πράγμα με τα μάτια ανοιχτά, και παρακαλούσε να το πυροβολήσουν. Στην Τρίτη σόδα λοιπόν αποφάσισα να βγω με την κολλητή μου που είχα να δω και μήνες. Πήγαμε λοιπόν σε ένα καινούριο μαγαζί για να δούμε τι παίζει , το οποίο βέβαια εκτός από άδεια café-bar έχει και άδεια βενζινάδικου γιατί μας σέρβιραν κυρίως βενζίνη, πετρέλαιο και υγρά μπαταρίας. Το αποτέλεσμα ήταν με ένα ποτό έκαστη να έχουμε γίνει λιώμα, και να χορεύουμε λες και πηγαίναμε για οντισιόν στο Ελλάδα έχεις ταλέντο. Φυσικά το κάψαμε μέχρι το ξημέρωμα, αλλά ούτε εγώ ούτε εκείνη θυμόμαστε πολλά. Αλλά πρέπει να τα περάσαμε πολύ ωραία καθώς είδα στην ψηφιακή μου πως είχαμε τραβήξει 176 φωτογραφίες, από τις οποίες μόνο οι 20 μας είχαν μέσα. Οι υπόλοιπες ήταν μαύρες, το δάκτυλό μας, ένα πεζούλι σε πολλαπλές λήψεις, το πάτωμα, καρέκλες και ότι να ναι. Όπως κάνουν οι κινέζοι ένα πράγμα που τραβάνε γεμάτοι χαρά ότι να ναι.
Το επόμενο πρωί ξύπνησα λες και είχα φάει εγώ 2 εμετοστόπ, το σκυλί μου φυσικά είχε συνέλθει και έκανε σαν ελατήριο. Σηκώθηκα λοιπόν ήπια ένα καφέ και ξεκίνησα να πάω στα μαγαζιά. Μετά χαράς είδα τα κλειδιά από το αμάξι του πατέρα μου και αποφάσισα να το πάρω για να τελειώσω πιο γρήγορα τις δουλειές στο κέντρο. Έκανα λοιπόν τα ψώνια μου, τις δουλειές μου, πέρασα από το μαγαζί που δουλεύει η φίλη μου όπου με φόρτωσε και ένα βαλιτσάκι να πάρω σπίτι για να μου κάνει μετά τα νύχια. Πήρα λοιπόν το δρόμο της επιστροφής φορτωμένη σαν το γαιδούρι, και με τον ιδρώτα να στάζει. περπάτησα πολύ , σιχτίρισα πιο πολύ αλλά κρατήθηκα να μην πάρω ταξί και έτσι μετά από 30 κάπου λεπτά έφτασα στο σπίτι. Για να μην τα πολυλογώ, ντύθηκα ετοιμάστηκα, και ξεκίνησα να βγω και πάλι. Και τότε μου ήρθε. Το αμάξι! Είμαι τόσο ηλίθια που βγήκα με αμάξι και γύρισα φορτωμένη με τα πόδια αλλά αμάξι παίρνω μόνο στο πατρικό που πάω δέκα φορές το χρόνο, πού να μου κόψει? Τσακίστηκα να πάω να το φέρω αλλά ο πατέρας μου που χε όρεξη για πλάκα το πάρκαρε όπου να ναι για με κάψει . φυσικά θα γελάνε για ένα χρόνο και αμάξι θα δω το 2020 κι πάλι. με τα πολλά την Κυριακή πήρα το δρόμο της επιστροφής αλλά στα σχέδια κάτι άλλαξε και βρέθηκα Αθήνα. Θα επανέλθω με νέα ανάρτηση γι τούτο το ταξίδι. καληνύχτες

4 σχόλια:

  1. xaxa!trelhhhh...ta perigrafeis toso kala pou esksa sto gelio...steile synexeia...

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Xa xa έζησες μεγάλες στιγμές....
    ειδικά αυτό με τις φωτογραφίες και το αυτοκίνητο όλα τα λεφτά!!!!
    Θα περιμένουμε τα νέα σου! Σε φιλώ!!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. και τώρα το πάσχα έζησα χειρότερες...χχαχαχα.σας φιλώ

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. Είσαι απολαυστικότατη, σα να διαβάζω τα δικά μου με το τρένο Αθήνα Θεσσαλονίκη! Χαίρομαι πολύ που σε βρήκα και σήμερα θα προσπαθήσω να διαβάσω τα πάντα!!

    ΑπάντησηΔιαγραφή